Ο άγιος μάρτυς Μένιγνος ο κναφεύς προστάτης των χημικών
Η μνήμη του τιμάται στις 22 Νοεμβρίου.
Ο άγιος μάρτυς Μένιγνος ανήκει στο πολυάριθμο νέφος των μαρτύρων του 3ου αιώνος. Τότε που βασίλευε ο σκληρός και θηριώδης αυτοκράτορας Δέκιος (251 μ.Χ). Η καταγωγή του μάρτυρα είναι ο Ελλήσποντος και συγκεκριμένα η πόλη της Παρίου, που έκτισαν οι κάτοικοι της νήσου Πάρου μεταξύ Κυζίκου και Λαμψάκου. Το επάγγελμά του είναι ταπεινό. Είναι ένας επιμελής κναφέας. Λευκαίνει δηλαδή και καθαρίζει ή βάφει υφάσματα. Πιο πολύ όμως φροντίζει να διατηρεί το χιτώνα της ψυχής του καθαρό από σπίλους αμαρτίας.
Με έκπληξη και αυτός παρακολουθεί τα όσα συμβαίνουν στους πιστούς χριστιανούς. Τις συλλήψεις, τους δαρμούς, τις φυλακίσεις του σε σκοτεινούς τόπους και τις σκληρές τιμωρίες. Τους έδεναν τα πόδια στο βασανιστικό όργανο του ξύλου…
Βρισκόμενος κάποια μέρα στην αγορά, εκεί όπου τα νέα διαδίδονταν αστραπιαία, άκουσε είδηση θαυμαστή: ότι ο «Θεός με θαυματουργική επέμβαση αγγέλου απελευθέρωσε τους φυλακισμένους ομολογητές της πίστεως». Στο άκουσμα αυτής της είδησης δυνατή φλόγα άναψε μονομιάς την ψυχή του. Η φλόγα του πόθου του μαρτυρίου. Ποθεί με ιερή λαχτάρα να βαφεί η ψυχή του με το αίμα του μαρτυρίου και να στολιστεί με λαμπρά διαδήματα για τη σωτηρία της ψυχής του, για τη δόξα της εκκλησίας του Χριστού. Και ο κύριος ο καρδιογνώστης δεν άργησε να απαντήσει στον ιερό του πόθο.
Είχε κατεβεί στο ποτάμι ο Μένιγνος και έπλενε τα ρούχα, όταν άκουσε μια γλυκιά ουράνια φωνή: «Μένιγνε, έλα σε μένα και θα σου δώσω πολλή χάρη».
Το ουρανόσταλτο άγγελμα επαναλήφθηκε και δεύτερη φορά: «Μένιγνε, έλα προς εμένα, για να απολαύσεις τα αγαθά που έχουν ετοιμαστεί για όσους αγαπούν το όνομά μου».
Έλα προς εμένα!… Τι φωνή ήταν αυτή! Μαγνήτης ήταν. Πρόσκληση ήταν για μαρτύριο, για δόξα, για μακαριότητα.
Τακτοποίησε λοιπόν αμέσως τις υποθέσεις ξένων ρούχων. Και άφοβα έφθασε μπροστά στο δικαστή για να δώσει τη μαρτυρία του… Την ώρα όμως εκείνη ο δικαστής έτυχε να απαγγέλει «τα γράμματα του Βασιλέως». Επρόκειτο για διάταγμα του αυτοκράτορα για νέο διωγμό. Και τότε μια αγανάκτηση ώθησε το Μένιγνο προς το δικαστήριο. Δεν άντεξε στο άκουσμα των παρανοϊκών και αδίκων διωγμών κατά των αθώων χριστιανών… Άρπαξε το βασιλικό έγγραφο. Το έσκισε και το καταπάτησε λέγοντας: «Εν ονόματι του Ιησού Χριστού του Θεού μου, καταπατώ τα παράνομα του βασιλέως Δεκίου προστάγματα».
Η ώρα της δόξας είχε φτάσει για το μάρτυρα. Τον έριξαν βίαια κάτω. Τον πάτησαν με μίσος. Τον κρέμασαν έπειτα στο ξύλο. Ξέσκισαν ανελέητα τις σάρκες του. Του έκοψαν ακόμη και τα δάχτυλα που τόλμησαν να βεβηλώσουν το ειδωλολατρικό επίσημό τους έγγραφο. Και ο μάρτυρας καρτερούσε προσευχόμενος. Η σύζυγός του έστεκε στο πλευρό του και έκλαιγε… Ο θάνατος αυτός «τους χάριζε την αληθινή, την πνευματική, την αιώνια ένωση», διότι «μόνο όσοι μένουν με το Θεό ενωμένοι – και υπακούουν στο θέλημά του – δεν είναι δυνατόν να χωρισθούν ποτέ».
Το μαρτύριο του αγίου Μενίγνου έφτασε στο τέλος του. Σε λίγο δόθηκε η εντολή: «Να αποκεφαλισθεί με ξίφος»… Ένας ακόμη μάρτυρας προστίθετο στη χορεία των αγίων. Ένας αιματοβαμμένος κρίκος μεγάλωνε τη χρυσή αλυσίδα των αγίων μαρτύρων της πρώτης Εκκλησίας. Την ώρα που η ψυχή του παραδίδονταν στον Πλάστη και Θεό μας, ένα ολόλευκο περιστέρι (κατ’ άλλους «τρυγών») πέταξε το στόμα του μάρτυρος. Σημείο της καθαρής και αγνής ζωής του. Και αναφώνησαν όλοι: «Αλήθεια! Πόσο μεγάλος είναι ο Θεός του Μενίγνου!».
Ο διοικητής δεν επέτρεψε να ταφεί το σώμα του μάρτυρος. Τα αδέλφια όμως του αγίου ήρθαν νύκτα, το έκλεψαν και το έθαψαν κρυφά. Μέσα στη σπουδή τους όμως δεν είδαν πως έλειπε η τιμία κεφαλή του. Επέστρεψαν λοιπόν και βρήκαν και πήραν τον πολύτιμο θησαυρό τους εκεί όπου έβλεπαν σημείο με ουράνιο φως. Και ολοκλήρωσαν έτσι την ταφή με τιμές.
Δεν υπάρχει υψηλότερος πόθος από τον πόθο του μαρτυρίου. Και αυτός πυρπολεί μόνο τις ψυχές εκείνες που αγαπούν πολύ τον Κύριο Ιησού Χριστό. Τέτοια ψυχή είχε ο άγιος Μένιγνος. Σήμερα μας δίδαξε με το μάθημα του μαρτυρίου του. Μη μείνουμε όμως στο θαυμασμό και την έκπληξη. Ας καθρεπτίσουμε τη ζωή μας στη ζωή του… Και ας ρωτήσουμε τον εαυτό μας:
— Τι πόθοι κυριαρχούν άραγε στην ψυχή μας;
Μήπως τα γήινα και τα πρόσκαιρα μας έχουν αποσπάσει; Μήπως ο Χριστός και η δίψα για τη μαρτυρία του έρχονται δεύτερα ή τρίτα ή… και τελευταία; Ας παρακαλούμε τον άγιο μάρτυρα να μεσιτεύει στο Θεό, ώστε ο πρώτος πόθος της ψυχής μας να είναι ο Χριστός και τα του Χριστού. Να θέλουμε να είμαστε οι μάρτυρές του και οι ομολογητές του. Σήμερα αναίμακτα. Και αν το θελήσει Εκείνος -με τη δύναμή του- να μην αρνηθούμε και πρόσκλησή του στο μαρτύριο του αίματος. Οι δύσκολες εποχές δεν αργούν να έρθουν.
«Κάραν, κνανεύ Μένιγνε, τμηθείς εκ ξίφους,
Κνάπτεις σεαυτόν, καν ρύπους είχες, πλύνη»
Την κεφαλή σου, Μένιγνε – εσένα που ήσουνα βαφέας ενδυμάτων – σου την έκοψαν με ξίφος. Και αν είχες κάποιους ρύπους, με το αίμα σου που εκεί έρευσε πλύθηκαν. Και προσέφερες έτσι στο Θεό τον εαυτό σου ολοκάθαρο.
Απολυτίκια.
Ήχος α . Της ερήμου πολίτης.
Του Παρίου τον γόνον, Ελλησπόντου τον πρόβολον, οπλιτών Κυρίου το κλέος και κναφέων τον έφορον, τον Μένιγνον τιμήσωμεν πιστοί μιμούμενοι τα σκάμματα αυτού, α υπήνεγκεν εκθύμως υπέρ του Ζωοδότου και βοήσωμεν· Δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω σε μεσίτην κραταιόν ημίν δωρήσαντι.
Έτερον. Ήχος δ . Ταχύ προκατάλαβε.
Ως Μάρτυς αήττητος του αθλοθέτου Χριστού, και ρόδον πανεύοσμον ρανίσι πορφυρωθέν αιμάτων των θείων σου, Μένιγνε αθλοφόρε, καθωράθης εν κόσμω, λυών ση παρρησία παλαμναίου την πλάνην· διο τους σε ανυμνούντας δεινών εκλύτρωσαι.
Ο άγιος μάρτυς Μένιγνος ο κναφεύς προστάτης των χημικών